Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2007

Ουτε βημα πισω!


Σε παίζουνε στα ζάρια και σε χάνουν
κάθε μέρα εδώ πέρα
και σβήνουνε τα ίχνη της αυγής
τα μεσημέρια τα ξεφτέρια
και κλέβουνε απ' τις αυλές
παλιά χαμόγελα γλυκά
κι οι δρόμοι γίνανε χλωμοί
κι η μοναξιά τόσο πυκνή
που δεν μπορείς να περπατήσεις

Ευτυχώς που ξέχασα να μεγαλώσω
κι αν με γυρέψετε είμαι ακόμα στην αλάνα
ευτυχώς που ξέχασα να μεγαλώσω
μη με μαζεύεις απ' το δρόμο ακόμα μάνα

Με σπρώχνουν οι καιροί σε μέρη ξένα
από σένα κι από μένα
μα εγώ έχω μάθει αλλιώς
σ' ένα χορό που σπάει τη πέτρα
έξω απ' τα μέτρα
στα μάτια σου πιστεύω μόνο
και στην τρέλα την παλιά
μα εδώ στην ώρα των φιλιών σ'το λέω καθαρά
δεν κάνω πίσω ούτε ένα βήμα

Ευτυχώς που ξέχασα να μεγαλώσω
κι αν με γυρέψετε είμαι ακόμα στην αλάνα
ευτυχώς που ξέχασα να μεγαλώσω
μη με μαζεύεις απ' το δρόμο ακόμα μάνα

Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2007

Να σου πω.......


Καθώς αποκοιμήθηκες φύλαγε βάρδια ο κάβος.
Σε σπίτι μέσα, ξέχασες προχτές το φυλαχτό.
Γελάς, μα εγώ σε πούλησα στο Rio για δυο centavos
κι απέ σε ξαναγόρασα ακριβά στη Βηρυτό.

Με πορφυρό στα χείλη μου κοχύλι σε προστάζω.
Στο χέρι το γεράκι σου και τα σκυλιά λυτά.
Απάνωθέ μου σκούπισε τη θάλασσα που στάζω
και μάθε με να περπατώ πάνω στη γη σωστά.

Κούκο φορούσες κάτασπρο μικρός και κολαρίνα.
Ναυτάκι του γλυκού νερού.
Σε πιάνει - μην το πεις αλλού - σα γάτα η λαμαρίνα
Και σε σαστίζει ξαφνικό προβέτζο του καιρού.

Το ντύμα πάρε του φιδιού και δος μου ένα μαντίλι.
Εγώ, - και σ’ έγδυσα μπροστά στο γέρο Τισιανό.
Βίρα, Κεφαλλονίτισσα, και μάινα το καντήλι.
Σε λόφο γιαπωνέζικο κοιμάται το στερνό.

Σου πήρα από τη Νάπολη μια ψεύτικη καμέα
κι ένα κοράλλι ξέθωρο μαζί.
Πίσω απ’ το φριγκορίφικο στην άδεια προκυμαία
Έβενος, - γλώσσα της φωτιάς, στο βάθος κρεμεζί.

Φώτα του Melbourne. Βαρετά κυλάει ο Yara Yara
ανάμεσα σε φορτηγά πελώρια και βουβά,
φέρνοντας προς το πέλαγος, χωρίς να δίνει δυάρα,
του κοριτσιού το φίλημα, που στοίχισε ακριβά.

Γερά την ανεμόσκαλα. Καφέ για τον πιλότο.
Λακίζετε, αλυσόδετοι του στεριανού καημού.
Και σένα, που σε κέρδισα μιανής νυχτιάς σε λότο,
σμίγεις και πας με τον καπνό του γκρίζου ποταμού.

Μια βάρκα θέλω, ποταμέ, να ρίξω από χαρτόνι,
όπως αυτές που παίζουνε στις όχθες μαθητές.
Σκοτώνει, πες μου, ο χωρισμός; - Ματώνει, δε σκοτώνει.
Ποιος είπε φούντο; Ψέματα. Δε φτάσαμε ποτές.

Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2007

Τη πατησα........


Ατυχής και ζαλισμένος έπεσα σε μια λακκούβα.
Τι λακκούβα, λακκουβάρα κι όλους τους χωρεί.
Κόσμος σε απελπισία στη λακκούβα, στη λακκούβα.
Κάμερες και συνεργεία ώχου τι βουή!

Έξι-εφτά είναι φτιαγμένοι στη λακκούβα, στη λακκούβα
και μια θεια μου ερωτευμένη πω-πω τι ντροπή!
Σε λακκούβα ζοφερή όποιος πέσει πώς να βγει.
Σε λακκούβα ζοφερή όποιος πέσει πώς να βγει.

Σύμβουλοι Επικρατείας στη λακκούβα, στη λακκούβα
κι ο παπάς της ενορίας πω-πω μη μας δει!
Και τα Σώματα Ασφαλείας με την κλούβα, με την κλούβα.
Να κι ο Υπουργός Παιδείας ώχου τι ντροπή!

Μη μου κάνεις τη λαχτάρα, δω και σένα στη λακκούβα.
Βρε καλώς τον τον Μητσάρα μέσα στην οπή!
Σε λακκούβα ζοφερή όποιος πέσει πώς να βγει.
Σε λακκούβα ζοφερή όποιος πέσει πώς να βγει.

Της ζωής η δυσκολία η λακκούβα, η λακκούβα.
Του έδαφους ανωμαλία, τρύπα ποταπή.
Τ' άσπρο λέρωσα μακό μου στη λακκούβα, στη λακκούβα.
Σκόνισα τον εαυτό μου, ποιος να με σκεφθεί;

Έχει γούβα σαν την Κούβα στη λακκούβα, στη λακκούβα.
Όταν πέσεις συλλογιέσαι μπας και σηκωθείς.
Σε λακκούβα ζοφερή όποιος πέσει πώς να βγει.
Σε λακκούβα ζοφερή όποιος πέσει πώς να βγει.

Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2007

Σημερινη επιθυμια.......


Σπασμένο καράβι, να 'μαι πέρα βαθειά
έτσι να 'μαι
με δίχως κατάρτια, με δίχως πανιά
να κοιμάμαι

Να 'ναι αφράτος ο τόπος κι η ακτή νεκρική
γύρω γύρω
με κουφάρι γυρτό και με πλώρη εκεί
που θα γείρω

Σπασμένο καράβι, να 'μαι πέρα βαθειά
έτσι να 'μαι
με δίχως κατάρτια, με δίχως πανιά
να κοιμάμαι

Να 'ναι η θάλασσα άψυχη και τα ψάρια νεκρά
έτσι να 'ναι
και τα βράχια κατάπληκτα και τ' αστέρια μακριά
να κοιτάνε

Δίχως χττύπο οι ώρες, και οι μέρες θλιβές
δίχως χάρη
κι έτσι κούφιο κι ακίνητο μες σε νύχτες βουβές
το φεγγάρι

Έτσι να 'μαι καράβι γκρεμισμένο νεκρό
έτσι να 'μαι
σ' αμμουδιά πεθαμένη και σε κούφιο νερό
να κοιμάμαι

Να κοιμάμαι

Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2007

σσσσσσσσσσσσσσσσσσσσ................


"Μη διακοπτεις τη σιωπη*
ακου τι εχει να σου πει.
Μην αλλαζεις τη ροη του ποταμου*
μη στελνεις τ'ονειρο γι'αλλου.
Φιλησε τη μαιμου, τη τριχωτη, στο στομα*
εκεινη, σ'αγαπαει ακομα....
Πετα μια πετρα στο απειρο*
θα πληγωθει το οραμα, το αχαρο.
Πιες ενα ουζο με τη μοιρα*
γευσου της θαλασσας αρμυρα...
Παρε ενα δρομο μες στο δασος*
παντρεψε ερωτα , με θρασος..
Βυζαξε αγουρη ελπιδα*
πετα στο ταρταρο τον αλλαζονα Μιδα.
Αγαπη, αγαπη στη ζωη μας*
μπας και δικαιολογησουμε,
την αχαρη υπαρξη μας...."

Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2007

Παρακληση...


Σημερα ,που ολοι συντονιζομστε,για το καλο του περιβαλλοντος,
θα ηθελα απο τη πλευρα μου,να συμβαλλω κι εγω,για αρχη,
με το να μοιραστω μαζι σας ,ενα παραμυθι*
μου το "ψιθυρισε"ενας γερο-πλατανος,μια φορα σε ενα ομορφο δασος*
τωρα θα μου πειτε,πως σου μιλησε ο πλατανος......
Οποιος απο εσας,στη φυση πηγαινει συχνα και βιωνει το
περιβαλλον γυρω του,καταλαβαινει πως ειναι ενα μερος αυτου*
κι οταν το αντιλαμβανεται αυτο,η εποικοινωνια με τα αδελφια του,
(δεντρα,ζωα κτλπ),ειναι φυσικο επακολουθο....
Δωστε μου λιγο τη προσοχη σας,κι ακουστε τα σοφα τα λογια........
"Καποτε,παρα πολλα χρονια πριν, ο ανθρωπος, καθοτανε μονος του, στη μεση του δασους
κι εκλαιγε*εκλαιγε απαρηγορητος.Τα αλλα ζωα, τον εβλεπαν που εκλαιγε και τον λυποντουσαν* ωσπου μια μερα , ο σκατζοχειρος τον πλησιασε και τον ερωτησε*
-"ανθρωπε, τι εχεις και κλαις?Τι σε βασανιζει?
-"Ειμαι ενα πλασμα αδυνατο",ειπε ο ανθρωπος,"στο ελεος των παντων και φοβαμαι".
Τοτε ολα τα ζωα, τον λυπηθηκαν και αποφασισαν , να τον βοηθησουν.
-"Τι ακριβως θελεις?" τον ρωτησαν.
-"Θελω να ειμαι γρηγορος!"
Τοτε, το ελαφι του εδωσε προθυμα, τη σβελταδα του.
-"Θελω να εχω και αριστη οραση!"συνεχισε ο ανθρωπος.
Ο αετος, προθυμα κι αυτος, εδωσε την οραση του.
-"Χρειαζομαι ομως και δυναμη!"συνεχισε αβιαστα ο ανθρωπος.
Τοτε ο βασιλιας των ζωων, ο λιοντας, εδωσε τη δυναμη του* και μετα απο αυτα, ο ανθρωπος, ολο χαρα, εφυγε....
Τα ζωα ολα εχαιρονταν,εκτος απο τη κουκουβαγια....
-"Τι εχεις και εισαι λυπημενη?" τη ρωτησαν τα αλλα ζωα.
-"Εφυγε με χαρα,μα γρηγορα θα γυρισει πεινασμενος..."
-"Γιατι το λες αυτο?"ρωτησε το ελαφι.."εχει ολα οσα χρειαζεται!"
Τοτε η κουκουβαγια, συνοφριωμενη ειπε*
-"Εχει ομως και μεσα στη ψυχη, μια μεγαλη τρυπα*κι η τρυπα αυτη, βαθος δεν εχει*κι ολο θα τον κανει να ζητα, να ζητα και να φοβαται μηπως δεν εχει, και παλι να ζητα*
ωσπου μια μερα ο κοσμος, με τις παλαμες ανοιχτες, θα γυρισει και θα πει*"ΑΝΘΡΩΠΕ ΣΤΑΜΑΤΑ! ΤΙΠΟΤΑ ΑΛΛΟ ΔΕΝ ΕΧΩ ΝΑ ΣΟΥ ΔΩΣΩ!ΤΑ ΠΗΡΕΣ ΟΛΑ ΑΠΟ ΟΛΟΥΣ!"
Αυτα ειπε το σοφο πουλι* κι ολα τα ζωα εσκορπισαν, με ενα φοβο στη καρδια τους....."

Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2007

Κι ομως υπαρχει τροπος.....



Μαλαματένια λόγια στο μαντήλι
τα βρήκα στο σεργιάνι μου προχτές
τ' αλφαβητάρι πάνω στο τριφύλλι
σου μάθαινε το αύριο και το χτες
μα εγώ περνούσα τη στερνή την πύλη
με του καιρού δεμένος τις κλωστές

Τ' αηδόνια σε χτικιάσανε στην Τροία
που στράγγιξες χαμένα μια γενιά
καλύτερα να σ' έλεγαν Μαρία
και να 'σουν ράφτρα μες στην Κοκκινιά
κι όχι να ζεις μ' αυτή την κομπανία
και να μην ξέρεις τ' άστρο του φονιά

Γυρίσανε πολλοί σημαδεμένοι
απ' του καιρού την άγρια πληρωμή
στο μεσοστράτι τέσσερις ανέμοι
τους πήραν για σεργιάνι μια στιγμή
και βρήκανε τη φλόγα που δεν τρέμει
και το μαράζι δίχως αφορμή

Και σαν τους άλλους χάθηκαν κι εκείνοι
τους βρήκαν να γαβγίζουν στα μισά
κι απ' το παλιό μαρτύριο να 'χει μείνει
ένα σκυλί τη νύχτα που διψά
γυναίκες στη γωνιά μ' ασετιλίνη
παραμιλούν στην ακροθαλασσιά

Και στ' ανοιχτά του κόσμου τα καμιόνια
θα ξεφορτώνουν στην Καισαριανή
πώς έγινε με τούτο τον αιώνα
και γύρισε καπάκι η ζωή
πώς το 'φεραν η μοίρα και τα χρόνια
να μην ακούσεις έναν ποιητή

Του κόσμου ποιος το λύνει το κουβάρι
ποιος είναι καπετάνιος στα βουνά
ποιος δίνει την αγάπη και τη χάρη
και στις μυρτιές του ¶δη σεργιανά
μαλαματένια λόγια στο χορτάρι
ποιος βρίσκει για την άλλη τη γενιά

Με δέσαν στα στενά και στους κανόνες
και ξημερώνοντας μέρα κακή
τοξότες φάλαγγες και λεγεώνες
με πήραν και με βάλαν σε κλουβί
και στα υπόγεια ζάρια τους αιώνες
παιχνίδι παίζουν οι αργυραμοιβοί

Ζητούσα τα μεγάλα τα κυνήγια
κι όπως δεν ήμουν μάγκας και νταής
περνούσα τα δικά σου δικαστήρια
αφού στον ¶δη μέσα θα με βρεις
να με δικάσεις πάλι με μαρτύρια
και σαν κακούργο να με τιμωρείς

Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2007

Εξηγησεις.....


Μου λες κουραστηκες,
δε θες να περιμενεις,
εικοσι χρονια το ιδιο φορεμα να υφαινεις....
Μα εγω που γυρισα,
το κοσμο διχως χαρτη,
ακου τι εμαθα δεμενος στο καταρτι.....
Ολους τους ξεμπαργκους
τους τρωει το σαρακι,
μα οσοι ταξιδεψαν
ζηλευου την Ιθακη.....
Σε σενα παντα θα γυρνω,
κι αν δε σου φτανει,
καραβι γινε,
να γενω εγω λιμανι...
Να δουμε ματια μου στο τελος
ποιος θ'αντεξει
και ποιος καλλιτερα
το ρολο του θα παιξει....
Ολους τους ξεμπαργκους
τους τρωει το σαρακι,
μα οσοι ταξιδεψαν
ζηλευουν την Ιθακη.....

Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2007

Αληθειες....


Τιναζεις τα φτερα σου,
πανω απ'τα ονειρα σου,
ζυγιζεις τη καρδια σου,
με μαχαιριες...
Αραζεις τη ματια σου,
σε βαρκα του πελαγου,
γκρεμιζεις τις αληθειες,
σε βαραθρα...
Πινεις τον ερωτα σου,
σε κουπα απο κεδρο
και ντυνεις τη ψυχη σου,
με αλαβαστρο....
Μην αμφιβαλλεις διολου,
για τη φωνη του κοσμου,
ειναι απο ξυλο μαυρο
και μαρμαρο....
Αν δεν υπολογιζεις,
τα ξυλινα τα λογια,
σε μαρμαρενια αλωνια,
θα κουραστεις.....

Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2007

Γλυκο παραπονο........


Κατσε στην ακρη του γυαλου....
Βαλε το χερι αντηλιο......
Παρε μια χουφτα θαλασσα....
Παρε μια χουφτα ηλιο....
Και πλυνε μου το προσωπο.....
Και πλυνε μου το προσωπο......
Τα Κυθηρα,ποτε δε θα τα βρουμε,
το χασαμε το πλοιο της γραμμης.....
Στα κυματα,του αιγαιου ,
θα χαθουμε....
Δυο κυματα που σβησαμε,εμεις..........

Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2007

Ακομη πιο μακρια......


Άντε, μες στης γης το πυρωμένο κέντρο,

άντε, δυο πουλιά φιλιούνται σ' ένα δέντρο.

Άντε, πέφτει λάβα, λάβα απ' τα φιλιά τους

άντε και φτερά απολιθωμένα απ' τα κορμιά τους.

Άντε, κει μακριά, μακριά στην Ανδρομέδα

άντε, πίνουν τσίπουρο και τρων λακέρδα

άντε, κάτι όντα περίεργα κι ωραία

άντε, πού 'ναι μόνα και ψάχνουν για παρέα.

Άντε, κει ψηλά στην άκαρπη Μελούνα

άντε, φύτρωσε, φύτρωσε μια παπαρούνα

άντε, που 'χει στόμα, στόμα και δαγκάνει

άντε, κι όλο λέει πως δεν το ξανακάνει.

Άντε, κει βαθιά, βαθιά στα σωθικά μου

άντε, κάτι γίνεται κυρά μου.

Άντε, χίλια άλογα τυφλά γυρίζουν,

άντε, έξοδο ζητάν και μ' αλωνίζουν.

Άντε, δω σιμά, κοντά δυο μέτρα βάθος,

άντε, λεν πως φυλακίζουνε το πάθος.

Άντε, ρίχνουν χώμα, με λουλούδια ραίνουν

άντε, και θαρρούν, θαρρούν πως ξεμπερδεύουν.

Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2007

Γραναζια......


Με πείσανε να γίνω ρεβιζιονιστής
Και να γυρίσω δίσκο.
Θα 'ρθει όμως καιρός που κι εσύ θε να πειστείς
Πως έτσι δεν τη βρίσκω.

Τι θα κάνω ήτανε γραφτό
Θέλω δεν το θέλω, ό,τι τραγουδώ
Να το πουλώ να ζήσω.
Όταν πάω στον παραγωγό
Πρέπει να βολέψω έτσι το γραφτό
Να του γυαλίσει, για να το πουλήσει.
Να 'χει σαλέπι, για να σας αρέσει
Να έχει θέμα με έρωτα και αίμα.
Να είναι λόγια, λόγια κομπολόγια
Να σας καλοκαρδίσω
Για να σας γαλουχήσω.

Κι από χρέος συναδελφικό
Να χαμογελάω στο κοινό
Να του σαλεύω για να το μερεύω
Να του σφυρίζω να το νανουρίζω
Να το φουντώνω να το ξεφουσκώνω
Και στην κομμούνα να είμαι οπορτούνα
Για να σας εκτονώνω
Με πλαίσιο το νόμο.

Δουλειά σου είναι μου 'πανε να κρύβεις τα τρωτά
Των καθιερωμένων
Για να διατηρήσουμε τα οικονομικά
Των ευαρεστημένων.

Σιγουριά και δόξα τω Θεώ
Τα καλά στον καπιταλισμό
Είναι πως έχει βίδα.

Άμα πιάσεις το μηχανισμό
Από τ' αυτιά τον πιάνεις το λαγό
Τον Πελοπίδα τρως με μια τσιμπίδα
Στην Παρθενόπη χαρίζεις ένα τόπι
Και με τα χρόνια γυρνάς ες τα σαλόνια
Ξεχνάς ποια μάνα σε γένναε στο κλάμα
Και του εργάτη καβάλλησες την πλάτη
Μα θε να πει αμάν πια
Και πας ες τα κομμάτια
Και άει στα κομμάτια

Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2007

Ταξιδι.....


'Το καστρο της Αστροπαλιας,
εχει κλειδι ,κλειδωνει,
τουρνα,τουρνα....
Εχει κοριτσια εμορφα,
μα δεν τα φανερωνει,
τουρνα,τουρνα.....
Στο Καστελλανο
συννεφα,
στη Μαλτεζανα βρεχει,
τουρνα,τουρνα....
Και στου Καραι τα στενα,
εμορφες κορες εχει,
τουρνα,τουρνα....
Ελα πουλι μου γρηγορα
και μην αργεις στα ξενα..
τουρνα,τουρνα...
Κι ανθισαν τα γαρυφαλλα,
που σου'χω φυλλαμενα,
τουρνα,τουρνα...
Αλλος σε λεει μελισσα,
κι αλλος σε λεει σφηκα,
τουρνα,τουρνα....
Εχεις της σφηκας το κεντρι,
της μελισσας τη γλυκα,
τουρνα,τουρνα...
Με διαβαταρικα πουλια,
ερωτες να μη πιανεις,
τουρνα,τουρνα...
Γιατι ειναι διαβαταρικα
και ευκολα τα χανεις,
τουρνα,τουρνα...
Κυρα μου Πορταιτισσα,
με τα πολλα καντηλια,
τουρνα,τουρνα....
Βλεπε τα τα ξενακια μας,
να σου τα καμω χιλια,
τουρνα,τουρνα......."